Print this page

Η Αναθέρμανση των Σχέσεων Τουρκίας - Ισραήλ και η Κύπρος

Η Αναθέρμανση των Σχέσεων Τουρκίας - Ισραήλ και η Κύπρος

Του Δρ. Άριστου Αριστοτέλους


 Περίληψη


 Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Ισραήλ  και Τουρκίας για επανέναρξη των μεταξύ τους πτήσεων είναι μια εξέλιξη η οποία προστιθέμενη σε μια σειρά άλλων γεγονότων συνθέτουν στοιχεία που σηματοδοτούν συνέχιση των προσπαθειών αναθέρμανσης των  διαταραχθέντων από το 2010 σχέσεων των δύο χωρών, ιδίως από μέρους των Ισραηλινών. Ιδιαίτερα η πρόσφατη διαφοροποίηση στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν με τη συμφωνία που έχει επιτευχθεί για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, και οι γεωπολιτικές προεκτάσεις της εξέλιξης αυτής, είναι πιθανόν να πιέζουν την Άγκυρα και το Τελ Αβίβ σε κάποιες νέες μεταξύ τους συνεργασίες για αντιμετώπιση των  προκλήσεων που εκλαμβάνουν  ότι έχουν δημιουργηθεί. Αυτό σημαίνει δεν σημαίνει ότι οι σχέσεις τους θα φτάσουν στα προηγούμενα επίπεδα και ότι απαραίτητα θα λειτουργήσουν σε βάρος των κυπριακών συμφερόντων.


 Η ανάλυση


Είναι γεγονός ότι από τον Αύγουστο του 2010, που διενεργήθηκε η ισραηλινή καταδρομική ενέργεια ενάντια του σκάφους Μαβί Μαρμαρά που απέπλευσε από την Τουρκία για να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας και  που είχε ως αποτέλεσμα την εκτέλεση μελών της ανθρωπιστικής αποστολής αλλά και τη ρήξη στις διπλωματικές σχέσεις  Άγκυρας - Τελ Αβίβ, υπήρξε μια σειρά ενεργειών αποκατάστασης της συνεργασίας των δύο χωρών. Ισχυρή ήταν η πίεση των Αμερικανών για εξομάλυνση της κατάστασης ιδιαίτερα προς τους Ισραηλινούς για να ανταποκριθούν στην τουρκική απαίτηση να απολογηθούν δημοσίως και να αποζημιώσουν τις οικογένειες των θυμάτων.


 Βέβαια όλο αυτό το διάστημα εκτός από τον τουρισμό που είχε όντως επηρεασθεί από την ένταση και τις πολιτικές τους διαφορές, οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ τους δεν διεκόπησαν ποτέ. Αντίθετα συνέχισαν να αναπτύσσονται. Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών των δύο χωρών το 2012 είχε ξεπεράσει τα $4 δις. Σύμφωνα με την στατιστική υπηρεσία TurkStat οι τουρκικές εξαγωγές στο Ισραήλ τον περασμένο Μάιο ήταν κατά 25% υψηλότερες από εκείνες της ίδιας περίοδο του 2012 και οι ισραηλινές εξαγωγές προς την Τουρκία ήταν αυξημένες κατά 22%. Σημειώνεται ότι ούτε και οι αμυντικές εξαγωγές μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ είχαν σταματήσει εντελώς και ότι παρά την επιβράδυνση τους και τη διεκπεραίωση εκκρεμούντων έργων, υπήρξε και αριθμός νέων παραγγελιών.    


 Από την άλλη στο διάστημα αυτό οι προκλητικές δηλώσεις κατά του Ισραήλ από τον πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν έριχναν λάδι στη φωτιά στις ήδη τεταμένες σχέσεις των δύο πλευρών εξυπηρετώντας προφανώς μεγαλοϊδεΐστικες τουρκικές επιδιώξεις στην περιοχή. Την ίδια ώρα η Τουρκία προχωρούσε σε βαθύτερα ανοίγματα προς τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο και αλλού στη Μέση Ανατολή, καλλιεργώντας τον αντισημιτισμό, αντιστρατευόμενη την επιρροή του Ιράν, ενισχύοντας τις αντιπολιτεύομενες δυνάμεις κατά του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία το οποίο στήριζε σθεναρά η Τεχεράνη και η ελεγχόμενη από αυτήν οργάνωση  Χεσπολλάχ. Τα τρία τελευταία χρόνια είναι επίσης αισθητό το τουρκικό ενδιαφέρον και διεκδικήσεις, καθώς και η ναυτική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο με αφορμή κυρίως την οριοθέτηση της κυπριακής ΑΟΖ και τις διαπιστώσεις για την ύπαρξη σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου τα οποία η Κύπρος, όπως και το Ισραήλ, προχωρεί στην αξιοποίηση και εκμετάλλευσή τους.


 Όσον αφορά τώρα τις ενέργειες αναθέρμανσης των ισραηλινοτουρκικών σχέσεων, πέραν της πιο πάνω συμφωνίας, στις 5 Δεκεμβρίου του 2014, ο ισραηλινός υπουργός Περιβαλλοντικών Υποθέσεων Αμίρ Περετζ ήταν το πρώτο μέλος του υπουργικού συμβουλίου του Ισραήλ που επισκεύθηκε την Τουρκία  μετά από το επεισόδιο με το Μαβί Μαρμαρά, συμμετέχοντας σε συνέδριο των Ηνωμένων Εθνών στην Κωνσταντινούπολη. Επίσης τον περασμένο Ιούνιο ο αρχηγός της Μοσσάντ Ταμίρ Πάρντο έγινε δεκτός σε μυστική συνάντηση στην Άγκυρα για συζήτηση θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος που είχαν σχέση με τις διαδηλώσεις στην Τουρκία, το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και την κατάσταση στη Συρία, υποδηλώνοντας βασικά ότι σε κάποια θέματα κατασκοπίας συνεχίζει η συνεργασία. Το Μάιο του περασμένου χρόνου προηγήθηκε επίσκεψη αντιπροσώπων  του συνδέσμου βιομηχάνων του Ισραήλ (MAI) στην Τουρκία και συνάντηση με τον αντίστοιχο τουρκικό σύνδεσμο TUSIAD όπου και συμφώνησαν στη διαμόρφωση κοινού σχεδίου ανάπτυξης οικονομικής συνεργασίας μεταξύ τους. Προηγουμένως, στις 22 Μαρτίου, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου, ανακοίνωνε ότι το Ισραήλ και η Τουρκία είχαν αποκαταστήσει τους διπλωματικούς της δεσμούς, μετά που η ισραηλινή κυβέρνηση είχε επίσημα απολογηθεί προς την Άγκυρα για το ατυχές περιστατικό και συμφώνησε ότι θα καταβάλει αποζημιώσεις (το ύψος της αποζημίωσης είναι ακόμη υπό διαπραγμάτευση).


 Αξιοσημείωτο επίσης είναι το γεγονός ότι μια από τις επιλογές του Ισραήλ για το ενδεχόμενο μεταφοράς του φυσικού αερίου από το Λεβιάθαν στις δυτικές αγορές είναι μέσω αγωγού προς την Τουρκία, πράγμα για το οποίο οικονομικοί κύκλοι κυρίως, στην Άγκυρα και το Τελ – Αβίβ, θα επιθυμούσα, έναντι της πιο ακριβής λύσης του Αγωγού Ισραήλ – Κύπρος – Ελλάδα. Στην επιλογή αυτή αναφέρθηκε πρόσφατα και από το βήμα του 12 Συνεδρίου για το Πετρέλαιο και το Φυσικό Αέριο, που πραγματοποιήθηκε στην Τουρκία, ο Ισραηλινός εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών πρέσβης Μιχαήλ Λοτέμ.  «Κατά την άποψη μου» - υπογράμμισε – «η Τουρκία είναι μια καλή επιλογή γα την μεταφορά του ισραηλινού αερίου. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την ενέργεια για την επίλυση των περιφερειακών προβλημάτων»


Ωστόσο εκτός από τις ανωτέρω ενέργειες καμία θεαματική πρόοδος στις σχέσεις των δύο χωρών δεν έχει ακόμη σημειωθεί στον πολιτικό και ιδίως στον στρατιωτικό τομέα που να αποκαθιστά την παλαιά τους συμμαχία. Βασικά οι σχέσεις των δύο μερών εκ των πραγμάτων δεν φαίνεται δυνατό να φτάσουν στα προηγούμενα επίπεδα, που υπήρχαν την περίοδο πριν τον Έρντογαν, κυρίως ένεκα διαφοροποίησης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής που επιδιώκει να αναδείξει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή, αξιοποιώντας το ισλαμικό στοιχείο, το Παλαιστινιακό πρόβλημα και το αντιισραηλινό αίσθημα. Όμως η αποτυχία γενικά της πολιτικής της στην περιοχή ιδίως μετά και την ανατροπή της κυβέρνησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Αίγυπτο και κυρίως η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης  αύξησαν τους τουρκικούς φόβους και ανησυχίες από το γεωπολιτικό ανταγωνισμό που πιθανόν η χώρα να έχει να αντιμετωπίσει από ένα Ιράν απαλλαγμένο από τους οικονομικούς και άλλους περιορισμούς του ΟΗΕ, καθώς και από την αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ. Φόβους για την ασφάλεια του από το Ιράν μετά την ενέργεια εξομάλυνσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ αισθάνεται και το Ισραήλ όπως και η Σαουδική Αραβία, που δεν είδαν με καλό μάτι τη σύμμαχο και προστάτιδά τους Αμερική να τα φτιάχνει με την κοινή αντίπαλο τους, την Τεχεράνη. Σωστά ή λανθασμένα έχουν την πεποίθηση, ο καθένας για δικούς του λόγους, ότι αυτή η κατάσταση τους αφήνει ακάλυπτους από την αμερικανική ομπρέλα και εκτεθειμένους σε πιθανούς κινδύνους και προκλήσεις από το Ιράν και από άλλες κατευθύνσεις.


 Αυτές οι εξελίξεις εμπεριέχουν προκλήσεις που ωθούν Άγκυρα και Τελ Αβίβ σε συνεργασίες – ανοικτές ή συγκαλυμμένες – που θα εξυπηρετούσαν συγκεκριμένα συμφέροντα τους. Είναι υπό το πρίσμα αυτών των γεγονότων που μπορεί κανείς να δει την πιθανότητα να πυκνώσουν οι ενέργειες αναθέρμανσης των μεταξύ τους σχέσεων. Όμως δεν μπορεί, από την άλλη, να αναμένεται ότι οι σχέσεις αυτές θα επανέλθουν στα προ του 2010 επίπεδα - όσο και να επιθυμούσαν αυτό οι Ισραηλινοί - ενόσω η Τουρκία συνεχίζει να προσβλέπει σε επέκταση της γεωπολιτικής της επιρροής στη Μέση Ανατολή και στην ανάληψη ηγετικού ρόλου χρησιμοποιώντας ως μοχλό τη ρητορική υπέρ του Ισλάμ και κατά του Ισραήλ. Επαναφορά της συμμαχίας Τουρκίας – Ισραήλ στην πρότερη της μορφή, πιθανόν να μπορούσε να αναζητηθεί από την Άγκυρα μόνο εάν άλλαζαν οι στόχοι της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και στρατηγικής στην περιοχή και αφού έκρινε ότι το Τελ Αβίβ είναι απαραίτητος σύμμαχος για την ασφάλεια της. Αυτό είναι πολύ δύσκολο στο προβλεπτό μέλλον να το δει να συμβαίνει κανείς.


Στο μεταξύ βελτίωση της συνεργασίας του Ισραήλ με την Τουρκία δεν σημαίνει απαραίτητα και  εγκατάλειψη της Κύπρου από τους Ισραηλινούς. Τα κοινά συμφέροντα και οι μορφές συνεργασίας που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ Λευκωσίας και Τελ Αβίβ τα τελευταία χρόνια και οι συμφωνίες που έχουν υπογραφεί μεταξύ των δύο Δημοκρατιών είναι μεγάλης πολιτικής και οικονομικής σημασίας και για τις δύο πλευρές. Βέβαια το θέμα της χειροτέρευσης των σχέσεων με την Τουρκία βοήθησε στην ανάπτυξη των συνεργασιών μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, αλλά ρόλο στην εξέλιξη αυτή διαδραμάτισε και η ανακάλυψη υδρογονανθράκων για την αξιοποίηση των οποίων  συνέβαλε και η ανάγκη της Λευκωσίας για «συμμαχίες» και σύσφιξη των σχέσεων με το Τελ – Αβίβ, πράγμα που πριν μερικά χρόνια θα ήταν αδιανόητο να επιτευχθεί. Πέραν του οικονομικού, για το Ισραήλ η Κύπρος έχει τη δική της στρατηγική και γεωπολιτική αξία. Περικυκλωμένο όπως είναι γεωγραφικά το Ισραήλ από ισλαμικές και εχθρικές ή εν δυνάμει εχθρικές χώρες, η ευρωπαϊκή Κύπρος αποτελεί τη μόνη διέξοδο του προς το δυτικό πολιτισμό και την  Ευρώπη, ιδιαίτερα σήμερα που είναι πολύ πιο απομονωμένο ένεκα των κακών σχέσεων με την Τουρκία του Ερντογάν και το καίριο πλήγμα που έχει υποστεί η μεταξύ τους στρατιωτική συμμαχία. «Η Κύπρος είναι η φιλικότερη προς το Ισραήλ χώρα της ΕΕ» δήλωσε από το ίδιο βήμα ο κ. Ποτέμ. Οπότε η φιλία και η στενότερη συνεργασία με τη Λευκωσία σε διάφορους τομείς, περιλαμβανομένου και του αμυντικού τομέα προσλαμβάνουν ιδιαίτερη σημασία και είναι και προς το συμφέρον του Τελ Αβίβ -  σεβόμενο βέβαια ταυτόχρονα το γεγονός ότι το νησί παραδοσιακά ακολουθεί πολιτική καλών σχέσεων με όλες τις χώρες τις περιοχής. Θα ήταν ουτοπία όμως να προσβλέπει κανείς σε στρατιωτική συμμαχία  Κύπρου - Ισραήλ που να στρέφεται κατά της Τουρκίας, όπως πίστευαν στη Λευκωσία μερικοί, όχι μόνο γιατί το είδος των απειλών που αντιμετωπίζει η κάθε πλευρά είναι διαφορετικό αλλά και γιατί το Τελ – Αβιβ δεν βλέπει την τουρκική πλευρά ως εχθρό και ως στρατιωτικό αντίπαλο αλλά κάνει κάθε τι το δυνατό ώστε οι μεταξύ τους σχέσεις να αποκαταστασθούν.   


 Το Ισραήλ, λοιπόν,  δεν θα ήθελε να διαγράψει αυτή την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στις σχέσεις με τη Λευκωσία – που επιζητούσε να προωθήσει εδώ και πολλά χρόνια ακόμη και από την περίοδο του Ψυχρού πολέμου – για χάρη μιας όχι και τόσο αξιόπιστης  συνεργασίας με την Τουρκία, που εν πάση περιπτώσει το Τελ Αβίβ, παρόλο που διακαώς την επιδιώκει, δεν φαίνεται να επιθυμεί να τη συνδέει με τις σχέσεις του με την Κύπρο. Υπό τις συνθήκες, για να κάνει κάτι τέτοιο το Ισραήλ σε βάρος της Κύπρου προς όφελος της Άγκυρας, θα πρέπει να βρεθεί σε πολύ κρίσιμα διλήμματα ασφάλειας όπου η συνεργασία της Τουρκίας και η ικανοποίηση των απαιτήσεων της είναι εξαιρετικά  μεγαλύτερης σημασίας από ό,τι  η εκπλήρωση των επιθυμιών των Κυπρίων.


Καταλήγοντας θα μπορούσε επίσης να λεχθεί ως συμπέρασμα και το εξής: Ο τρόπος με τον οποίο θα προωθηθούν οι ισραηλινές αποφάσεις στο θέμα της μεταφοράς του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, θα μπορούσε να αποτελέσει μεσοπρόθεσμα ακόμα ένα είδος μέτρο αξιολόγησης της αξιοπιστίας, της προοπτικής και των περιορισμών των εξελισσόμενων σχέσεων Λευκωσίας – Τελ Αβίβ. Θα αποτελούσε ίσως κριτήριο κατά πόσο αυτές έχουν ισχυρό υπόβαθρο και στρατηγικό βάθος ή είναι απλώς συγκυριακές για να ικανοποιήσουν αμοιβαία συμφέροντας μιας συγκεκριμένης περιόδου, και αυτό γιατί οι αποφάσεις θα είναι πρωτίστως πολιτικές και όχι οικονομικές.



09.01.2014