Του δρα Άριστου Αριστοτέλους
Βουλευτή Λεμεσού
ΑΚΕΛ – Αριστερά – Νέες Δυνάμεις
Η κρίση στην Αίγυπτο αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές προκλήσεις στον ευπαθή χώρο της Μέσης Ανατολής με πιθανές παγκόσμιες επιδράσεις στην ασφάλεια και τη σταθερότητα από τις οποίες η Ευρώπη μπορεί σοβαρά να επηρεαστεί. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) παρά τις πολιτικές που έχει αναπτύξει και τις νέες οργανωτικές ρυθμίσεις της Συνθήκης της Λισσαβόνας, όσον αφορά τις εξωτερικές της σχέσεις, φαίνεται να παραμένει απλώς θεατής των εξελίξεων και μάλλον αδύναμη να συμπεριφερθεί ως διεθνής παίχτης με επιρροή.
Πέραν των σοβαρών γεωπολιτικών και στρατηγικών επιπτώσεων που θα μπορούσα να προκύψουν, ανάλογα με την τροπή των πραγμάτων, η Ε.Ε. έχει κάθε λόγο να ενδιαφέρεται για τα γεγονότα και τις εξελίξεις στην Αίγυπτο μέσα από τις εξωτερικές της σχέσεις και τις πολιτικές που έχει αναπτύξει. Η χώρα είναι συνεταίρος της Ε.Ε. στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας της Ένωσης, η οποία βασικά υποκινείται από το συμφέρον της Ένωσης να περιτριγυρίζεται από γειτονικές χώρες όπου επικρατεί ασφάλεια, σταθερότητα και ευημερία. Προς αυτή την κατεύθυνση επιδιώκει να συμβάλει και το Κοινό Σχέδιο Δράσης μεταξύ Ε.Ε. και Αιγύπτου, που υιοθετήθηκε το 2007. Επίσης, μέσω της γαλλικής πρωτοβουλίας, «Ένωση για τη Μεσόγειο», που ανακοινώθηκε στη σύνοδο του Συμβουλίου στο Παρίσι το 2008, η Ε.Ε. δεσμεύτηκε στις σχέσεις της με τις μεσογειακές χώρες να προωθήσει το κεκτημένο της Βαρκελώνης, σκοπός του οποίου είναι η ειρήνη, η σταθερότητα και η ευημερία σε όλη την περιοχή της Μεσογείου.
Όλα αυτά εμπίπτουν στη σφαίρα της εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε. η οποία, όπως υποστήριζαν ορισμένοι, μέσω σχετικών ρυθμίσεων της Συνθήκη της Λισσαβόνας θα γινόταν πιο αποτελεσματική. Έτσι η Ένωση εκτός από οικονομική υπερδύναμη, θα μετατρεπόταν σε παγκόσμιο παίχτη με αυξημένη επιρροή στα διεθνή δρώμενα. Η δημιουργία του πόστου της Υπάτου Εκπροσώπου των Εξωτερικών Υποθέσεων και της Πολιτικής Ασφάλειας της Ε.Ε. που κατέχει η Κάθριν Άστον, όπως και της Υπηρεσίας Ευρωπαϊκών Εξωτερικών Δράσεων, στην οποία απασχολούνται πέραν των 3700 ατόμων, αναμενόταν ότι θα έδινε σάρκα και οστά στη διεθνή προσωπικότητα της Ένωσης και θα συνέβαλε στην επίτευξη των ανωτέρω στόχων.
Ωστόσο η Ε.Ε παρουσιάζεται να παρακολουθεί τα γεγονότα στην Αίγυπτο ως απλώς θεατής χωρίς να αναλαμβάνει ουσιαστικά καμία πρωτοβουλία σε μια κρίση που ξεδιπλώνεται στη γειτονιά της. Εκτός από την έκδοση κάποιων ανακοινώσεων ή εκκλήσεων, είτε από το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, είτε από την Κομισιόν, είτε από το Ευρωκοινοβούλιο, είτε από την ίδια την Ύπατο Εκπρόσωπο των Εξωτερικών Υποθέσεων, καμία ουσιαστική ενέργεια δεν έχει εκδηλωθεί. Η κα Άστον περιορίζεται μόνο να λέει ότι παρακολουθεί την κατάσταση, ότι έχει επαφή με την αντιπροσωπία της επί του εδάφους αλλά αδυνατεί να κάνει αισθητή την ύπαρξη και το δημιουργικό ρόλο της Ε.Ε. σε μια γειτονική και κρίσιμη περιοχή. Όμως η αιγυπτιακή κρίση, ανάλογα με την τροπή που θα πάρει, δεν αποκλείεται να αναδειχθεί σε υπόθεση δοκιμής της αποτελεσματικότητας της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης στην μετά τη Λισσαβόνα εποχή.