ΤΑ ΠΕΡΙ «ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ»
ΚΑΙ Η ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ ΜΑΣ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ
Του Δρα Άριστου Αριστοτέλους
Πρώην Βουλευτής,
Ειδικός σε Θέματα Άμυνας και Στρατηγικής
Η επισήμανση του πρόεδρου της Δημοκρατίας, με την οποία επιχειρείται δικαιολόγηση της άγνοιας μας για την ύπαρξη «μυστικής αμερικανικής αεροπορικής βάσης» στην Κύπρο, υποδεικνύοντας πως ούτε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ήταν ενήμερο, δεν αποδίδει ακριβώς την πραγματικότητα. Οι δε ερμηνείες και δηλώσεις επί του προκειμένου από νυν και πρώην συνεργάτες του προέδρου υποδηλώνουν ότι το όλο σύστημα πληροφόρησης, μελέτης και ανάλυσης δεδομένων ασφάλειας του κράτους νοσεί και πρέπει να θεραπευτεί.
Ο πρόεδρος διερωτήθηκε προσφάτως «γιατί δέχεται κριτική η κυβέρνηση» για το θέμα αυτό αφού όπως υπέδειξε «ούτε το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν ήταν ενήμερο ή τουλάχιστον η Κυβέρνηση και αποκαλύφθη από την έκθεση» (ΚΥΠΕ, 11 10 2018). Όμως η πραγματικότητα είναι κάπως διαφορετική και προφανώς δεν αναγνώσθηκε σωστά από το προεδρικό και τους συνεργάτες του το περιεχόμενο της έκθεσης, η οποία ετοιμάστηκε από το Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή του Υπουργείου Εξωτερικών και η οποία καταπιάνεται με τον «Έλεγχο της Διοίκησης των Αεροπορικών Προγραμμάτων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ» ( AUD-SI-18-59, 27/09/ 2018). Η έκθεση δεν αναφέρει ότι το Υπουργείο, η Κυβέρνηση ή ο Υπουργός δεν γνώριζαν για τη δημιουργία «βάσης» ελικοπτέρων στην Κύπρο το Σεπτέμβριο του 2013. Απλώς υπογραμμίζει ότι «σημαντικές αεροπορικές δραστηριότητες αναλαμβάνονται χωρίς την έγκριση της αρμόδιας Επιτροπής Αεροπορικής Διακυβέρνησης» ή και της υπηρεσίας INLAirWing που θα προέβαινε στην υλοποίηση των αποφάσεων αυτών σύμφωνα με τους κανονισμούς πολιτικής του Υπουργείου. Αυτό συνέβηκε και στην περίπτωση της «βάσης» στην Κύπρο για τη δημιουργία της οποίας οι φορείς αυτοί δεν ενημερώθηκαν και απλώς το έμαθαν εκ των υστέρων, τον Οκτώβριο του 2013 και ασφαλώς όχι από την έκθεση του 2018.
Εξάλλου, πώς μπορεί το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ή η Κυβέρνηση των ΗΠΑ να μην γνώριζαν αφού περιελάμβαναν σχετικό κονδύλι για το σκοπό αυτό στον προϋπολογισμό και με οδηγίες τους πήρε μέρος σε αποστολές απομάκρυνσης Αμερικανών Παρατηρητών στο Σινά. Το δε Γραφείο Υποθέσεων Εγγύς Ανατολής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ζητούσε εγγράφως την απόσυρσης της. Επίσης πώς είναι νοητό να μην γνώριζαν αφού χρήση της βάσης Ακρωτηρίου, όπου στάθμευσε η αμερικανική δύναμη, εξυπακούει ότι η Ουάσιγκτον έπρεπε να είχε επίσημα ζητήσει τη συγκατάθεσή της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το Λονδίνο από την περίοδο της κυπριακής ανεξαρτησίας επιδείκνυε κάποια ευαισθησία σε τέτοια αμερικανικά αιτήματα και συνήθως επιζητούσε τη θετική γνώμη της Λευκωσίας για να μην ξεφεύγει εντελώς από τις πρόνοιες της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης. Αυτό όφειλαν να είχαν κάνει και στην προκειμένη περίπτωση δήλωσε ο τέως υπουργού Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) κ. Κασουλίδης, επικαλούμενος άγνοια της ύπαρξης αμερικανικής παρουσίας στο νησί, αφού λέει καμία τέτοια επαφή με την κυβέρνηση δεν είχε γίνει (Sigmalive, 11/10/2018). Αυτό επιβεβαιώνει και ο τέως Γενικός Διευθυντής του ΥΠΕΞ, προσθέτοντας ότι δεδομένου ότι θα εκτελούντο υπερπτήσεις πάνω από το FIR Λευκωσίας θα έπρεπε να έπαιρναν άδεια από τις αρχές της Δημοκρατίας. Αλλά τέτοια άδεια δεν θυμάται να είχε ζητηθεί. (Sigmalive, 11/10/2018).
Αν όντως δεν υπήρξε οποιασδήποτε ενημέρωση της κυβέρνησης για την αμερικανική παρουσία, είτε από τους Αγγλοαμερικάνους είτε από δικές της πηγές, η Λευκωσία θα ήταν καλύτερα να προβληματιστεί πρωτίστως για την επάρκεια του συστήματος πληροφόρηση της, παρά να δίνει την εντύπωση ότι παραπαίει, επικαλούμενη την άγνοια ως δικαιολογία. Δεν είναι και η καλύτερη εικόνα να παρουσιάζεται το φαινόμενο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να παραπέμπει στους Αμερικανούς για απαντήσεις (ΚΥΠΕ, 10/10/2018). Ο υπουργός Εξωτερικών να αποφεύγει οποιοδήποτε σχόλιο προφασιζόμενος ότι «θα τοποθετηθεί καταρχάς επί του θέματος ενώπιον της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής» και ο υπουργός Άμυνας να παραπέμπει στις δηλώσεις του ΥΠΕΞ (ΚΥΠΕ, 11/10/2018). Ο δε τέως ΥΠΕΞ να παραπέμπει σε σχετική δήλωση πρώην στελέχους της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που εν πάση περιπτώσει δεν είναι και πολύ διαφωτιστική(Sigmalive 11/10/2018).
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω διερωτάται κανείς για τα εξής: Πώς λειτούργησαν και τι έχουν να πουν για την υπόθεση αυτή άλλοι σχετικοί φορείς όπως η πρεσβεία μας στην Ουάσιγκτον, οι αρχές ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας και το Β’ Γραφείο του ΓΕΕΦ; Ποιος θα ασχοληθεί με αυτή τη σοβαρή ανεπάρκεια στο σύστημα πληροφόρησης που άπτεται ζωτικών θεμάτων ασφάλειας και κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και που αποκαλύφθηκε στη δική μας πλευρά σε όλο της το μεγαλείο από σχετική είδηση περί «αμερικανικής βάσης φάντασμα» στο νησί(ABCNEWS 9/10/2018); Ποιος θα τη θεραπεύσει;
Τέλος τι έχουν να πουν και τι εξηγήσεις έχουν να δώσουν Αμερικανοί και Βρετανοί στη κυβέρνηση της Λευκωσίας αν όντως δεν είχαν συνεννοηθεί μαζί της επί του προκειμένου; Από την άλλη όμως με ποια εχέγγυα η κυβέρνηση μας θα αντιμετώπιζε το πρόβλημα αυτό με τους Αγγλοαμερικανικούς - αν βέβαια πιστεύει ότι υπάρχει θέμα - δεδομένου ότι το 2002 το τότε Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε μυστικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ (υπό μορφή Note Verbale, ημερ. 3/12/2002)παραχωρώντας τους μεγάλεςστρατιωτικές διευκολύνσεις και δικαιώματα ευρείας χρήσης του χερσαίου, εναέριου και θαλάσσιου χώρου της Κυπριακής Δημοκρατίας χωρίς ημερομηνία λήξης;
18/10/2018