Το θέμα ασφάλεια - ζωτικής σημασίας για λύση στο Κυπριακό

Το θέμα ασφάλεια αργά ή γρήγορα θα τεθεί υπό εξέταση στις συνομιλίες για το Κυπριακό, παρόλο που ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος. Είναι ένα ευαίσθητο ζήτημα που χρειάζεται βαθύτερη μελέτη και προς το σκοπό αυτό παρατίθεται  παλαιότερη εργασία του Άριστου Αριστοτέλους για το θέμα αυτό ως τροφή για σκέψη και προβληματισμό. 

  

 

 

 ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ 

ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΟΙ ΠΡΟΝΟΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΝΑΝ

 

Του  Δρα Άριστου  Αριστοτέλους  

 

Συνοπτική παρουσίαση - Εισαγωγή 

 Τα σημεία του σχεδίου λύσης που προτείνει ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Κόφιν Ανάν, τα οποία αφορούν την ασφάλεια της Κύπρου και περιλαμβάνονται στην  Ιδρυτική Συμφωνία, καλύπτονται κυρίως από το Άρθρο 8 για την «Αποστρατικοποίηση». Σχετίζονται όμως άμεσα και με  τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, καθώς και με παλαιές και νέες πρόνοιες της Συνθήκης Εγγυήσεων και της Συνθήκης Συμμαχίας, που θα συνεχίσουν να είναι σε ισχύ ή και που θα τεθούν σε εφαρμογή στο «κοινό κράτος» που προβλέπεται να συσταθεί. 

 

Οι προτάσεις στο σχέδιο Ανάν, που καταπιάνονται με τα θέματα αυτά, περιλαμβάνουν ορισμένα θετικά στοιχεία,  όπως εξοικονόμηση πόρων από την διάλυση της Εθνικής Φρουράς και των παράνομων τουρκοκυπριακών δυνάμεων, καθώς και μείωση των κατοχικών δυνάμεων. Ωστόσο στο σύνολο τους οι προτάσεις αυτές – αν  δεν γίνουν ορισμένες ουσιώδεις διορθώσεις  - θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως πολύ αρνητικές για την Κύπρο, για τον κυπριακό λαό και ιδιαίτερα για την ελληνοκυπριακή πλευρά σε περίπτωση που τα νέα δεδομένα μετά τη λύση στο Κυπριακό δεν λειτουργήσουν σωστά.  

 

Αρχικά θα μπορούσε να υποδειχθεί ότι μέσα από τις ρυθμίσεις του σχεδίου Ανάν οι Βρετανοί ενισχύουν παραπάνω την παρουσία τους και την εξασφάλιση των στρατηγικών τους συμφερόντων στο νησί, καθιστώντας πιο αναποτελεσματική οποιαδήποτε προσπάθεια μελλοντικής αμφισβήτησης τους από το «κοινό κράτος» που δημιουργείται. 

 

Σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες προτάσεις, ενώ βελτιώνονται οι συνθήκες ασφάλεια στην Κύπρο - όχι τόσο ένεκα των προτεινόμενων στρατιωτικών ρυθμίσεων του σχεδίου Ανάν αλλά ένεκα της επίλυσης του Κυπριακού - από την άλλη, σε περίπτωση κρίσης, η  ελληνοκυπριακή πλευρά δεν θα ήταν ικανοποιητικά εξασφαλισμένη αμυντικά. Ο λόγος είναι ότι παρά την παρουσία ελληνικής στρατιωτικής δύναμης, η Τουρκία θα συνεχίσει έστω και με μειωμένο δυναμικό να είναι σε πλεονεκτική θέση ένεκα της εγγύτητα της στον κυπριακό χώρο. 

 

Το κεντρικό στοιχείο που διακρίνει τις ρυθμίσεις αυτές είναι ότι οι Κύπριοι δεν  θα έχουν ουσιαστικό λόγο σε θέματα που αφορούν την ασφάλεια τους και ότι  η  τύχη τους θα εξαρτάται εσαεί από εγγυητές και παράγοντες εκτός Κύπρου. Ούτε και προβλέπεται ποτέ αποχώρηση των στρατευμάτων των εγγυητριών δυνάμεων από το νησί, έστω και αν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μπορούν να συνεργάζονται και  να ζουν ειρηνικά μαζί. 

 

Συνεπώς η όσο το δυνατό μειωμένη στρατιωτική παρουσία των εγγυητριών δυνάμεων στο νησί και η τοποθέτηση χρονοδιαγραμμάτων, για την αναθεώρηση της παραμονής των στα αντίστοιχα «συστατικά κράτη», όπως και το θέμα της συνολικής απομάκρυνση των,  είναι εισηγήσεις που θα πρέπει να προωθηθούν.

 

Επίσης θα ήταν πολύ πιο καλή ρύθμιση για την ασφάλεια των Κυπρίων, με πλεονεκτήματα για όλους τους ενδιαφερόμενους - εφόσον υπήρχε καλή θέληση και από την Τουρκία –, αν προωθηθεί η ιδέα όπως οι ελληνικές και τουρκικές δυνάμεις, που θα παρέμεναν στην Κύπρο, θα ήταν κάτω από το μανδύα και τη διοίκηση της Δύναμης Ταχείας Αντίδρασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με χρονοδιάγραμμα για την αποχώρησή τους. 

 

Σκοπός  

 Σκοπός του παρόντος κειμένου είναι, από μια στρατηγική οπτική γωνία και με ιδιαίτερη ευαισθησία στο θέμα της προστασίας του κυπριακού Ελληνισμού και του λαού της Κύπρου στο σύνολο του,  να αναδείξει τα τυχόν θετικά αλλά και τα πολλά αρνητικά στοιχεία των ρυθμίσεων, που περιέχονται στο σχέδιο Ανάν, σε σχέση με το θέμα της ασφάλειας του νησιού, να τονίσει τη λεπτότητα του ζητήματος αυτού, να  εγείρει ερωτήματα που επιβάλλεται να απαντηθούν και να υποβάλει εισηγήσεις για την καλύτερη αντιμετώπιση των. 

 

Προς το σκοπό αυτό το παρόν κείμενο εντοπίζει, εξετάζει και αναλύει με κριτική διάθεση τα διάφορα δεδομένα, τα μέρη των προτάσεων ή των ρυθμίσεων του σχεδίου του Ανάν, που αφορούν άμεσα ή έμμεσα την ασφάλεια του «κοινού κράτους» ή των  «συστατικών κρατών», που δημιουργούνται, σε συνάρτηση με σημεία που άπτονται της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης,  της Συμφωνίας Εγγυήσεων, της Συνθήκης Συμμαχίας και το θέμα της Αποστρατικοποίηση, καθώς και της Κοινής Εξωτερικής και Πολιτική Ασφάλειας και Κοινή Ευρωπαϊκής Πολιτική Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.   Τέλος παρατίθενται τα συμπεράσματα της μελέτης αυτής και εκφράζονται συγκεκριμένες εισηγήσεις για την αντιμετώπιση των αδυναμιών ως τροφή για σκέψη και περαιτέρω προβληματισμό.  

 

Συνθήκη Εγκαθίδρυσης 

 Σαφώς κερδισμένη και ενισχυμένη από τις διευθετήσεις που προβλέπονται στο σχέδιο Ανάν  για τη νέα τάξη πραγμάτων που δημιουργείται στην Κύπρο είναι η Βρετανία, για τους λόγους που εξηγούνται πιο κάτω.  

 

Βρετανικές βάσεις  

Μια διευθέτηση που υπάρχει στην Κύπρο από το 1960, η οποία προκύπτει από τις Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου και που αφορά άμεσα την ασφάλεια του νησιού, είναι η Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, σύμφωνα με την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο  διατηρεί στο κυπριακό έδαφος τις στρατιωτικές του βάσεις. Η Συνθήκη αυτή όπως και άλλες συναφείς διεθνείς Συνθήκες της Κυπριακής Δημοκρατίας ( Συνθήκη Εγγυήσεων και Συνθήκη Συμμαχίας), παραμένει ανεπηρέαστη και τίθεται σε ισχύ και στη νέα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο, σύμφωνα με το σχέδιο Ανάν.

 

Συνεπώς η παρουσία των βρετανικών βάσεων θα συνεχίσει να αφορά και να επηρεάζει την ασφάλεια και τη ζωή των Κυπρίων.  Οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο αποτελούσαν και αποτελούν ακόμη σημαντικό στρατιωτικό μοχλό στην άσκηση της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της Βρετανίας - όχι μόνο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου «αλλά και πέραν απ’ αυτή», όπως ομολογεί και  η τελευταία «Στρατηγική Αμυντική Αναθεώρηση» του Υπουργείου Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι οι ενέργειες των Βρετανών θα μπορούσαν να θέσουν το νησί σε διάφορους κινδύνους, όπως κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν χρησιμοποιούσαν την  Κύπρο ως πυρηνικό ορμητήριο κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό ισχύει και για την μεταψυχροπολεμική εποχή - όπως με τον πόλεμο στον Κόλπο κατά του Ιράκ – όπου οι βάσεις είχαν να διαδραματίσουν  ένα υποβοηθητικό ρόλο στις επιχειρήσεις, προκαλώντας όμως ταυτόχρονα μεγάλη ανησυχία στον κυπριακό λαό για το ενδεχόμενο να δεχτεί επίθεση με χημικά όπλα το νησί από τη Βαγδάτη. Μετά το τρομοκρατικό κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο αναμένεται να παίξουν ένα ακόμη πιο σημαντικό ρόλο ως προκεχωρημένος χώρος επιχειρήσεων. 

 

Η λειτουργία των βάσεων είναι πέραν του ελέγχου της Κυπριακής  Δημοκρατίας και σπάνια η Βρετανία αισθανόταν την ανάγκη μέχρι σήμερα να δώσει εξηγήσεις στους Κυπρίους για τις ενέργειες της, ή θα ήθελε ποτέ να δώσει λόγο για τις δραστηριότητες της. Τώρα, με  μια αδύνατη κεντρική αρχή στην Κύπρο – που προτείνει ο Ανάν -  θα αισθάνεται περισσότερο ασφαλής η Βρετανία όσον αφορά την απρόσκοπτη συνέχιση της παραμονής της στην Κύπρο και θα είναι λιγότερο διατεθειμένη να δώσει εξηγήσεις στο «κοινό κράτος», άσχετα αν οι κάτοικοι του νησιού διαφωνούν ή ανησυχούν για τις δραστηριότητες της και για την ασφάλεια τους. Με το νέο καθεστώς καθίσταται δύσκολο για τους κατοίκους της Κύπρου να αντιδράσουν και να είναι αποτελεσματικοί στις διαμαρτυρίες και τις απαιτήσεις τους. Μάλιστα το «κοινό κράτος» και το κάθε «συστατικό κράτος» είναι υποχρεωμένο – βάσει των προτάσεων του Ανάν -  να μην «ανεχθεί εκδηλώσεις βίας ή ακόμη την προτροπή σε εκδηλώσεις βίας εναντίον των εγγυητριών δυνάμεων».

 

Η πρόνοια που υπήρχε στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης για επιστροφή του εδάφους των Βρετανικών Βάσεων στην Κυπριακή Δημοκρατία, τώρα με τη νέα τάξη πραγμάτων που δημιουργείται, θα σημαίνει βασικά την επιστροφή του στο «κοινό κράτος». Το γεγονός αυτό πιθανό όμως να αποτελέσει σημείο τριβής για το ελληνοκυπριακό και το τουρκοκυπριακό «συστατικό κράτος» όσον αφορά την κατανομή των εδαφών αυτών μεταξύ των δύο. Ο  κίνδυνος αυτός θα μπορούσε να αποτελέσει και στοιχείο εκμετάλλευση από την Βρετανία, για να διχάσει τις δύο πλευρές, σε περίπτωση που θα αντιμετώπιζε πίεση ή κατακραυγή εναντίον της για να αποχωρήσει από την Κύπρο. 

 

Αποστρατικοποίηση, 

Συνθήκη Εγγυήσεων – Συνθήκη Συμμαχίας

 

Από τις ρυθμίσεις που σχετίζονται με το άρθρο 8 του Σχεδίου Ανάν, δηλαδή την «Αποστρατικοποίηση», τη Συνθήκη Εγγυήσεων και τη Συνθήκη Συμμαχίας, η ασφάλεια των Κυπρίων δυνατό να επηρεαστεί με τον τρόπο που αναφέρεται πιο κάτω, αφού πρώτα επισημανθούν διάφορες αδυναμίες και ερωτηματικά σχετικά με την ισχύ και την όλη στρατιωτική παρουσία των εγγυητριών δυνάμεων στο νησί.  

 

Αριθμητική ισχύς 

Tο γεγονός ότι το σχέδιο Ανάν προβλέπει μείωση της φυσική παρουσία των κατοχικών στρατευμάτων στην Κύπρο - από τις 36.000 που είναι σήμερα -  σε επίπεδα κάτω των 10.000, μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί ένα θετικό στοιχείο. Όμως ταυτόχρονα αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο η αριθμητική τους δύναμη να είναι από 1000 μέχρι και 9,999 άτομα  (τετραψήφιο αριθμό υποδεικνύει το σχετικό κείμενο),  που δεν παύει να αποτελεί ένα υπολογίσιμο δυναμικό, έστω και αν ο αριθμός αυτός είναι τελικά 3.000 ή 5.000.Το γεγονός αυτό μαζί με την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στα κατεχόμενα εδάφη, ναι μεν περιορίζει την τουρκική στρατιωτική επιρροή και το μονοπωλιακό στρατηγικό έλεγχο που ασκούσε από το 1974 η Τουρκία στο νησί – που είναι θετικό γεγονός -  αλλά δεν παύει να είναι  σημαντικό στοιχείο το ό,τι συνεχίζει η στρατιωτική της παρουσία και ο ρόλος της στην Κύπρο. 

 

Επίσης, παρόλο που ο τελικός αριθμός της δύναμης αυτής θα πρέπει να συμφωνηθεί με την Αθήνα, και παρά το ό,τι η Ελλάδα θα δικαιούται να διατηρεί αντίστοιχο αριθμό στρατευμάτων, ωστόσο η Τουρκία θα βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση στο θέμα αυτό, αφού ένεκα μεγεθών έχει την ευχέρεια ανά πάσα στιγμή να διαθέσει μεγαλύτερο αριθμό στρατιωτών. Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις - ένεκα σημαντικών περιορισμών στο ανθρώπινο τους δυναμικό και ένεκα μείωσης της θητείας και οικονομικής περισυλλογής - θα επωμιστούν σημαντικό βάρος αν η Τουρκία επιμένει να διατηρήσει μεγάλο αριθμό στρατευμάτων και η Αθήνα υποχρεωθεί να την ακολουθήσει. 

 

Ποιότητα οπλισμού  

Από την άλλη, ενώ προσδιορίζεται αριθμητικά ο εξοπλισμός, που  οι δυνάμεις αυτές δικαιούνται να διατηρήσουν (ανάλογα με το μέγεθος της δύναμης που θα συμφωνηθεί), ωστόσο υπάρχουν ορισμένα στοιχεία ισχύος που ίσως θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και που έχουν σχέση με άλλα χαρακτηριστικά του οπλισμού, καθώς και με την ποιότητα του. Για παράδειγμα, δεν έχει άραγε σημασία ποιας γενιάς και ποιας ηλικίας άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα, πυροβόλα, αντιαεροπορικά, ελικόπτερα και ατομικό οπλισμό, θα διαθέτουν οι αντίστοιχες δυνάμεις στο νησί; Πώς διασφαλίζεται και ελέγχεται η ποιότητα τους, ώστε να μην δημιουργούνται ανισότητες ή πλεονεκτήματα για την μια  ή την άλλη πλευρά;  

 

Σημειώνεται ότι με την προτεινόμενη  ρύθμιση θα πρέπει να θεωρείται ότι τερματίζεται και ο περιορισμός των ΗΠΑ προς την Τουρκία και την Ελλάδα. για χρησιμοποίηση αμερικανικού οπλισμούς στο νησί. Οπότε υπ’ αυτή την οπτική γωνία το πεδίο θα είναι πια ελεύθερο για συνεχή ποιοτική αναβάθμιση των δυνάμεων των εγγυητριών χώρων που θα βρίσκονται στην Κύπρο.

 

Ασφάλεια για ποιον;  

Προκύπτει όμως και το εξής ερώτημα: Τι χρειάζεται όλο αυτό το στρατιωτικό δυναμικό - έμψυχο και άψυχο -  να παραμείνει στην Κύπρο; Ποιων την ασφάλεια βασικά θα εξυπηρετεί; Υποδεικνύεται ότι η Συμφωνία Συμμαχίας του 1960 προέβλεπε την παρουσία αγημάτων 650 ατόμων της ΤΟΥΡΔΥΚ και 950 της ΕΛΔΥΚ. Γιατί τώρα να είναι τετραψήφιος ο αριθμός και να μένει ανοικτό το ενδεχόμενο η ισχύς των αντίστοιχων τουρκικών και ελληνικών δυνάμεων να μπορεί να φτάσει μέχρι και τις 9,999;. Επιπρόσθετα, τι χρειάζεται όλος αυτός ο βαρύς οπλισμός, που δικαιούνται να διατηρούν οι αντίστοιχες στρατιωτικές δυνάμεις και ο οποίος στο μεγαλύτερο του μέρος δεν προβλεπόταν από τη Συμφωνία Συμμαχίας προηγουμένως; Γιατί, δηλαδή, οι δυνάμεις αυτές να μην παραμείνουν στα ίδια επίπεδα που ήταν πριν στη Συνθήκη Συμμαχίας - ιδιαίτερα τώρα που θα υπάρχουν συμπαγείς περιοχές υπό την διοίκηση  της κάθε πλευράς και υποτίθεται ότι είναι πιο εύκολη η «άμυνα» των αντίστοιχων μερών αλλά και  πιο δύσκολο το ένα «συστατικό κράτος» να επιτεθεί και να επιβάλει τη θέληση του στο άλλο. Σίγουρα δεν θα αμφέβαλλαν πως μειωμένη στρατιωτική παρουσία της Τουρκία και της Ελλάδας στο νησί θα σήμαινε και σημαντική εξοικονόμηση πόρων για τις χώρες αυτές. 

 

Απειλή από πού;  

Από ποιο όμως θα κινδυνεύουν τα δύο «συστατικά κράτη» ώστε να χρειάζεται να υπάρχουν δυνάμεις από την Τουρκία και από την Ελλάδα, που να τα προστατεύουν; Εξάλλου η πρόταση Ανάν προνοεί τη διάλυση της Εθνικής Φρουράς και των παράνομων τουρκοκυπριακών δυνάμεων, οπότε ούτε η μια ούτε η άλλη πλευρά μπορεί να απειλήσει στρατιωτικά το αντίστοιχο «συστατικό κράτος». Ενισχυτικό της αδυναμίας να προβάλει το ένα στρατιωτική απειλή ενάντια στο άλλο, αποτελεί και η πρόνοια του σχεδίου για διεθνή απαγόρευση - μέσω του ΟΗΕ – της πώλησης όπλων  προς το «κοινό κράτος» και τα «συστατικά κράτη». 

 

Με τα δεδομένα αυτά λοιπόν εκείνο που θα μπορούσε να αποτελέσει  στρατιωτική απειλή για το κάθε συστατικό κράτος ή για το κοινό κράτος δεν θα είναι οι ανύπαρκτες στρατιωτικές τους δυνάμεις, αλλά τα στρατεύματα των χωρών που θα έχουν στρατιωτική παρουσία στην Κύπρο. Βέβαια δεν πρέπει να αγνοείται και η πιθανότητα οι δυνάμεις αυτές,  εάν προκύψουν συγκρούσεις όπως το 1963 – 1964, να διοχετεύουν οι ίδιες οπλισμό στα αντίστοιχα «συστατικά κράτη» ή να εκπαιδεύουν «μαχητές». Εφόσον όμως όλα τα άλλα ο Γενικός  Γραμματέας του ΟΗΕ τα έχει προνοήσει στις προτάσεις του σχετικά με το θέμα της ασφάλειας , είτε σε σχέση με τον αφοπλισμό των κυπριακών δυνάμεων, είτε σε ό,τι αφορά τις απαγορεύσεις ή τις πωλήσεις και αγορές οπλισμού, πώς και δεν επινόησε τρόπους για να αποκλείσει από του να συμβεί και αυτό το ενδεχόμενο μέσω των εγγυητριών δυνάμεων; 

 

Βέβαια η  Κύπρος κατά τη σύγχρονη ιστορία της δεν κινδύνευε από καμιά συγκεκριμένη εξωτερική απειλή ή από συγκεκριμένο εξωτερικό εχθρό αλλά από τη δράση των εγγυητριών ( περιλαμβανομένης βέβαια της Βρετανίας) . Αυτό αποδεικνύεται από την επεκτατική πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία, την εισβολή και κατοχή και την παρουσία των κατοχικών της δυνάμεων στο νησί. Αποδεικνύεται ακόμη και από το πραξικόπημα της χούντας για ανατροπή του προέδρου Μακαρίου το 1974 καθώς και από τη ψυχροπολεμική και Μεταψυροπολεμική δράση της Βρετανίας.  

 

Αποστρατικοποίηση;  

Υποδεικνύεται ωσαύτως και το εξής: Ένας από τους βασικούς στόχους της πολιτικής της ελληνοκυπριακής πλευράς και της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Κυπριακό ήταν η γενική αποστρατικοποίηση του νησιού. Όμως, τι είδους αποστρατικοποίηση είναι αυτή που εισηγείται ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, όταν προτείνει να διατηρηθούν στο έδαφος της Κύπρου -  επιπλέον των Βρετανικών Βάσεων -  τουρκική στρατιωτική δύναμη, από τη μια, και ελληνική στρατιωτική δύναμη από την άλλη, καθώς και Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ, που θα επιτηρεί την ειρήνη και την εφαρμογή των προνοιών των συμφωνιών. 

 

 Σαφώς με την πρόταση αυτή δεν προωθείται η αποστρατικοποίηση της Κύπρου αλλά μόνο ο αφοπλισμός των Κυπρίων, ήτοι της Εθνικής Φρουράς και της Εφεδρείας και των παράνομων τουρκοκυπριακών δυνάμεων. Διερωτάται λοιπόν κανείς, πού είναι οι εκκλήσεις του ΟΗΕ για σεβασμό της κυριαρχίας και ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και για αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από την Κύπρο; Στην προκειμένη περίπτωση οι προτάσεις Ανάν όχι μόνο δεν τερματίζουν αλλά νομιμοποιούν και διαιωνίζουν την παρουσία των ξένων δυνάμεων στην Κύπρο -  άσχετα αν η πολιτική ζωή στα «συστατικά κράτη» και στις μεταξύ τους σχέσεις, θα εξελισσόταν ομαλά.  

 

Χρονοδιάγραμμα;  

Τίθεται έτσι το ερώτημα, γιατί να μην ορισθεί χρονοδιάγραμμα και στο θέμα της παραμονής των στρατευμάτων των εγγυητριών δυνάμεων και γιατί να μη γίνεται πρόνοια για τελική αποχώρηση τους από την Κύπρο ή και για αναθεώρηση των ρυθμίσεων, που αφορούν την ασφάλεια - τις εγγυήσεις και το ρόλο των συμμάχων -  εφόσον η νέα κυπριακή πολιτεία και οι σχέσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων θα αναπτύσσονται κανονικά; Γιατί, δηλαδή, θα πρέπει το κυπριακό κράτος να παραμένει εσαεί εξαρτώμενο για την «ασφάλεια» του από εξωκυπριακές δυνάμεις και γιατί ο κυπριακός λαός – Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι - να είναι  υποχρεωτικά δεμένος στο άρμα των στρατηγικών συμφερόντων και της πολιτικής ασφάλειας τρίτων χωρών - να μην είναι δηλαδή κύριος ρυθμιστής θεμάτων που αφορούν την ίδια την επιβίωσή του. Δεν είναι αυτό αναχρονισμός και μειωτικό για τον λαό της Κύπρου, το πολιτιστικό και πνευματικό του επίπεδο, και τούτο παρά το ό,τι βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα; Για ποιο λόγο ενώ για την Ειρηνευτική Δύναμη γίνεται αναφορά σε αποχώρηση της σε κάποια φάση – όταν αυτό κρίνει το κοινό κράτος –,  να μην υπάρχει η ίδια πρόνοια για τις στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας και της Ελλάδας; Σαφώς – λοιπόν - κάτι πέραν της ασφάλειας των Κυπρίων θα πρέπει να σκέφτεται ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ ότι  εξυπηρετεί η παρουσία τους  στην Κύπρο. 

 

Συμφέροντα εγγυητριών και ΚΕΠΠΑ  

Σε τελική ανάλυση όλες αυτές οι δεσμεύσεις, συμμαχίες, εγγυήσεις και η συμφωνία εγκαθίδρυσης δεν είναι τόσο την  προστασία των ιδίων των Κυπρίων που επιδιώκουν να εξασφαλίσουν, αλλά την ασφάλεια των στρατηγικών και άλλων συμφερόντων της Βρετανίας και της Τουρκίας και του γεωπολιτικού ελέγχου που σήμερα ασκούν στο νησί. 

 

Είναι θετικό στοιχείο το γεγονός ότι στην Κύπρο, με την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε όλο το νησί επεκτείνεται η γεωπολιτική επιρροή της Ένωσης στον κυπριακό χώρο, γεγονός που αποτελεί και την ελπίδα για απαλλαγή του κυπριακού λαού από εξωτερικές εγγυήσεις, κηδεμονίες και  περιορισμούς. Ίσως ακόμη η προοπτική κοινής άμυνας των συνόρων της Ευρώπης – έστω και αν θεωρείται πολύ μακρινό όνειρο – να αποτελούσε στοιχείο προστασίας και ασφάλειας της Κύπρου. Όμως ακόμη και σε θέματα που έχουν σχέση με το κυρίαρχο δικαίωμα της άμυνας μιας χώρας ή ακόμη και την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας ( ΚΕΠΠΑ) και την Πολιτική Κοινής Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης – βλέπε λειτουργία «Ευρωστρατού» ή τη χρησιμοποίηση της Κύπρου άλλως πως -   είναι και αυτά , βάση του σχεδίου λύσης του Ανάν,   υπό την αίρεση της έγκρισης των εγγυητριών δυνάμεων. 

 

Το δικαίωμα επέμβαση εγγυητριών   

Πέραν τούτων, με βάση τη Συμφωνία Εγγυήσεων, οι εγγυήτριες δυνάμεις συνεχίζουν να διατηρούν τα επεμβατικά τους δικαιώματα, ενώ η θέση της Κύπρου είναι πολύ επισφαλής στρατιωτικά. Τα δικαιώματα αυτά έχουν μάλιστα διευρυνθεί για να περιλαμβάνουν και την εδαφική ακεραιότητα, την συνταγματική τάξη των συστατικών κρατών - όταν παραβιάζονται πρόνοιες της Συμφωνίας. Στρατιωτικά, αυτό ευνοεί κυρίως την τουρκική πλευράς, αφού με τα δεδομένα που έχουν αναφερθεί προηγουμένως, η Τουρκία ένεκα της μικρής απόστασης της την Κύπρο, θα συνεχίσει να βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση έναντι της ελληνικής πλευράς -  άσχετα αν στο νησί θα υπάρχει και αντίστοιχη  στρατιωτική παρουσία της Ελλάδας, η οποία όμως «είναι πολύ μακριά».

 

Οπότε, ενώ η ελληνική δύναμη, ένεκα περιορισμένης δυνατότητας και αδυναμίας υποστήριξης της από τον ελληνικό χώρο, δε θα ήταν δυνατό μονομερώς να επιβληθεί με στρατιωτικά μέσα στο «τουρκοκυπριακό συστατικό κράτος» - αν για παράδειγμα η συνταγματική τάξη παραβιαστεί -,  από την άλλη, η Τουρκία έχει την ευχέρεια να δράσει μονομερώς εναντίον του ελληνοκυπριακού «συστατικού κράτους», αφού σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να έχει πλήρη αεροπορική και ναυτική κάλυψη, ανεφοδιασμό και ενισχύσεις. 

 

Οικονομία και ασφάλεια  

Είναι γεγονός ότι με τη διάλυση της Κυπριακής Εθνικής Φρουράς, που προτείνει ο Ανάν θα εξοικονομηθούν σημαντικοί πόροι και ότι και ο θεσμός της στρατιωτικής θητείας για τους Κυπρίους θα τερματιστεί, εξοικονομώντας δύο χρόνια από τον παραγωγικό χρόνο των νέων. Από την άλλη όμως το τίμημα της απαγόρευση του «κοινού κράτους» να έχει τις δικές του ένοπλες δυνάμεις, έστω και σε κάποιο στάδιο στο μέλλον,  σημαίνει ότι θα στηρίζεται αποκλειστικά στη βούληση άλλων χωρών για την ασφάλεια του, καθώς και στον τρόπο που οι εγγυήτριες δυνάμεις θα ερμηνεύουν τον εγγυητικό τους ρόλο - πράγμα από το οποίο η Κύπρος έχει υποφέρει πολύ στο παρελθόν.  

 

Δημιουργούνται βέβαια και άλλα προβλήματα οικονομικής και κοινωνικής υφής από τα ανωτέρω.  Ένα ερώτημα που προκύπτει όσον αφορά την Εθνική Φρουρά είναι τι θα γίνει με όλα εκείνα τα στελέχη – τους επαγγελματίες -  που στελεχώνουν σήμερα τις ένοπλες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας; Πώς θα τακτοποιηθούν και πού; Επίσης, πού θα πάει όλος εκείνος ο εξοπλισμός για τον οποίο έχουν δαπανηθεί πολλές εκατοντάδες εκατομμυρίων λιρών; Είναι αμφίβολο αν αυτός θα ήταν χρήσιμος για να χρησιμοποιηθεί από την Ελλάδα. Τί θα γίνει με το υλικό (εφόδια κλπ.) και τις εγκαταστάσεις;

 

Βέβαια μπορεί η Κύπρος να εξοικονομεί πόρους από την κατάργηση του στρατιωτικού στοιχείου, αλλά από την άλλη δεν πρέπει να διαλανθάνει της προσοχής ότι βάσει της πρότασης Ανάν, θα καταβάλλει εξολοκλήρου τη δαπάνη της Ειρηνευτικής Δύναμης που θα σταθμεύει στο νησί για εποπτεία και επιτήρηση της ειρήνης. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο ετήσιος προϋπολογισμός της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στα σημερινά της επίπεδα κυμαίνατε γύρω στα $ 45εκ., αλλά  σίγουρα με τις νέες ρυθμίσεις θα είναι πιο υψηλή η δαπάνη, δεδομένου ότι  πιθανότατα θα απαιτηθεί μεγαλύτερος αριθμός ειρηνευτών για να επιτύχουν τον πιο πάνω σκοπό.

 

Καλή θέληση   

 Όλα τα ανωτέρω προβλήματα και ερωτηματικά που έχουν επισημανθεί σε σχέση με τις προτάσεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και που κατά κάποιο κριτικό τρόπο έχουν αναλυθεί, αφορούν άμεσα και έμμεσα την ασφάλεια του κυπριακού κράτους  και των κατοίκων του. Θα πρέπει όμως ταυτόχρονα να λεχθεί ότι οι οποιεσδήποτε ρυθμίσεις στο θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων, για να είναι αποτελεσματικές και να μην μετατραπούν σε νέες εστίες κινδύνων κι ανασφάλειας για τον κυπριακό Ελληνισμό, δεν είναι αρκετή η καταγραφή νέων όρων ή κανονισμών, αλλά είναι υπόθεση που θα εξαρτηθεί κατά ένα μεγάλο μέρος και από τη λειτουργικότητα της προτεινόμενης λύσης σε άλλους τομείς, καθώς και από την καλή θέληση των εμπλεκομένων μερών και κυρίως της Τουρκίας στο πρόβλημα αυτό. 

 

Συμπεράσματα  

Από τα σημεία που αναφέρθηκαν πιο πάνω και που περιλαμβάνονται στις προτάσεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, προκύπτουν τα εξής  συμπεράσματα:

 

 Υπάρχουν σημαντικά αρνητικά στοιχεία που αφορούν την κατοχύρωση της ασφάλειας της Κύπρου, του κυπριακού λαού και ιδιαίτερα των Ελληνοκυπρίων που επιβάλλεται να διορθωθούν. 

 

Τα οφέλη για την ασφάλεια του νησιού δεν προκύπτουν από τις ρυθμίσεις που προνοούνται στο θέμα της αποστρατικοποίησης ή από τις  Συμφωνίες και Συνθήκες που θα συνεχίσουν να υπάρχουν – πιο ενισχυμένες από πριν - αλλά από τη λύση του πολιτικού προβλήματος και από το γεγονός ότι τερματίζεται η  σύγκρουση μεταξύ της ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής πλευράς,  οπότε παύει να υπάρχει ανάγκη προσφυγής στα όπλα. 

 

 Συνεπώς εφόσον το κράτος λειτουργεί ομαλά και οι σχέσεις μεταξύ των «συστατικών κρατών»  εξελίσσονται κανονικά, χωρίς καχυποψίες και χωρίς πρόθεση της μιας πλευράς να επιβληθεί πάνω στην άλλη, αλλά και με καλή θέληση για την επίλυση τυχόν προβλημάτων που θα προκύψουν - με πνεύμα κατανόησης και συνεργασίας - τότε οι Κύπριοι ασφαλώς θα είναι πιο ασφαλείς. Η παρουσία των στρατευμάτων των εγγυητριών δυνάμεων υπό τέτοιες συνθήκες δεν θα συνιστούσε απειλή.

 

Εάν όμως στις σχέσεις τους επικρατήσουν καχυποψίες, σκοπιμότητες, εθνικισμός, σωβινισμός και αντιπαραθέσεις, τότε  για να διατηρηθεί η ειρήνη στην Κύπρο, πολλά θα εξαρτηθούν από το ρόλο και τις προθέσεις των εγγυητριών δυνάμεων –κυρίως της Τουρκίας - να βοηθήσουν στην εκτόνωση της κατάστασης. Εάν όμως και αυτές είναι μπλεγμένες στη διαφορά υποστηρίζοντας τα αντίστοιχα «συστατικά κράτη» - ή για δικούς τους λόγους υποθάλπουν την αντιπαράθεση- , τότε ο κίνδυνος είναι πολύ μεγάλος για την Κύπρο. Το νησί θα εισέλθει σε μια  νέα φάση κρίσης, όπου η θέση της ελληνοκυπριακής πλευρά θα είναι πιο δυσχερής από πριν, τόσο πολιτικά   (αφού θα είναι υποβαθμισμένη σε «συστατικό κράτος» και όχι ως εκπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας), όσο και στρατιωτικά,  αφού η Τουρκία γεωγραφικά είναι πολύ κοντά. 

 

Υπό αυτές τις συνθήκες η παρουσία των στρατευμάτων των εγγυητριών δυνάμεων καθίσταται στοιχείο σοβαρής απειλής και ανασφάλειας για την Κύπρο - ιδιαίτερα για την ελληνοκυπριακή πλευρά - αλλά και για την Ευρώπη γιατί εκ των πραγμάτων θα αναβιώσει η στρατιωτική αντιπαράθεση Ελλάδας – Τουρκίας. 

 

Το σχέδιο Ανάν στην προσπάθεια του να απομονώσει το ενδεχόμενο αναβίωσης της στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, προνοεί τον αφοπλισμό τους και τη διεθνή απαγόρευση των πωλήσεων οπλισμού προς αυτούς. Ωστόσο κανένα αξιόπιστο μέτρο δε λαμβάνεται που να αποκλείει -  με τον ίδιο δραστικό τρόπο - τον κίνδυνο η διοχέτευσης όπλων στις αντίστοιχες πλευρές, να προέλθει από τις ενέργειες και η δράση των εγγυητριών και των στρατευμάτων τους στο νησί. Οπότε απαιτούνται ρυθμίσεις που να περιορίζουν σημαντικά  και να ελέγχουν στενά το ενδεχόμενο αυτό.

 

Υποδεικνύεται επίσης ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις των εγγυητριών χωρών Τουρκίας και Ελλάδας, που προβλέπεται να μείνουν στην Κύπρο, πρέπει να είναι στη μικρότερη δυνατό βαθμίδα του τετραψήφιου αριθμού που προνοεί η πρόταση Ανάν, όχι μόνο γιατί είναι αχρείαστη μεγαλύτερη παρουσία αλλά και γιατί σε αντίθετη περίπτωση δεν υποβοηθούνται οι συνθήκες ασφάλειας στο νησί. 

 

Βέβαια για τη Βρετανία – ένεκα της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης και για  λόγους που δεν είναι του παρόντος – θα μπορούσε ίσως να λεχθεί ότι δεν υπάρχει προφανώς δυνατότητα επιβολής περιορισμών στη δράση της και χρονοδιαγράμματα για την αποχώρηση της από το νησί. Το ίδιο όμως δεν μπορεί να υποστηριχθεί και για την τουρκική και ελληνική δύναμη, των οποίων η παρουσία υποτίθεται ότι σχετίζεται άμεσα με την αποτροπή της αντιπαράθεσης των δύο πλευρών στην Κύπρο ή με την προστασία τους. Αλλά εφόσον, όπως λέγεται,  η αποστολή των δυνάμεων αυτών θα είναι πράγματι η προστασία των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων και δεδομένου ότι εξελίσσεται ομαλά η πολιτική ζωή στο νησί, όπως και οι σχέσεις μεταξύ των δύο «συστατικών κρατών», θα πρέπει τότε να υπάρξει κάποια πρόνοια να αναθεωρηθεί ή παρουσία τους στο νησί και να τεθούν  χρονοδιαγράμματα για την ολοκληρωτική αποχώρηση  τους. 

 

Επίσης για να είναι ακόμη πιο αποδοτικός και αξιόπιστος ο ρόλος τους στην επίτευξη των σκοπών τους και να έχουν την μεγαλύτερη εμπιστοσύνη από τις δύο πλευρές στην Κύπρο, θα μπορούσε, είτε τώρα, είτε σε κάποια άλλη φάση στο σύντομο μέλλον που θα συμφωνηθεί, οι δυνάμεις αυτές ναι μεν να είναι ελληνικές από τη μια και τουρκικές από την άλλη, αλλά να τεθούν κάτω από την ομπρέλα και τη διοίκηση της Δύναμης Ταχείας Αντίδρασης (ΔΤΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός αυτό όχι μόνο θα δημιουργούσε καλύτερο αίσθημα ασφάλειας στο νησί αλλά θα είχε τα εξής πλεονεκτήματα: Θα συνέβαλλε στη συνεργασία των ελληνικών και τουρκικών δυνάμεων στα πλαίσια της ΔΤΑ. Θα ήταν πιο αντικειμενική η αποστολή τους. Θα τόνωνε το ρόλο της Ε.Ε στον κυπριακό χώρο, και θα συνέβαλλε στη γρηγορότερη αποχώρηση τους από την Κύπρο, καθώς και στην εξοικονόμηση πόρων για την Ελλάδα και την Τουρκία. 

 

 27.11.2002

 

 

 

 

  

 


VIDEO: ΣΧΟΛΙΟ / COMMENTARY

Συσχετισμός Δυνάμεων Ελλάδας - Τουρκίας 2020. Διάλογος ή Πόλεμος;

24.07.2020

 

Πηγή: http://www.omegatv.com.cy


Επέτειος Ανεξαρτησίας Κυπριακής Δημοκρατίας

01.10.2018

 

Πηγή: http://cybc.com.cy


Τουρκικά στρατεύματα, ασφάλεια και εγγυήσεις.

29.01.2017

 

Πηγή: http://www.cybc-media.com

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ / IMPORTANT

  • ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2023 ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2023
    31 Οκτωβρίου 2023
    Τα στρατιωτικάδεδομένα στην Κύπρο to 2023 όσον αφορά τις Τουρκικές Κατοχικές Δυνάμεις, παραμένουν στα επίπεδα των προηγούμενων χρόνων με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, αλλά και πιο δυσμενή για την Εθνική Φρουρά. Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα από την παρουσίαση και ανάλυση των στρατιωτικών στοιχείων της έκθεση του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών.
    περισσότερα / more
  • Ο ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ: ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ Ο ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ: ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ
    06 Σεπτεμβρίου 2016
    H επίλυσης του προβλήματος της ασφάλειας και των εγγυήσεων στο Κυπριακό προσομοιάζει με προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου. Το αποτέλεσμα όμως θα κριθεί από τους συσχετισμούς δυνάμεων και την ικανότητα των μερών να στηρίξουν τις θέσεις τους στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων, προσμετρώντας το κόστος και το όφελος των προτεινόμενων επιλογών.
    περισσότερα / more
  • ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΤΟΥΡΚΙΑΣ 2014 / THE MILITARY FORCES OF GREECE AND TURKEY 2014 ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΤΟΥΡΚΙΑΣ 2014 / THE MILITARY FORCES OF GREECE AND TURKEY 2014
    25 Ιουλίου 2014
    (ENGLISH TEXT AT THE END) Η στρατιωτική υπεροχή της Τουρκίας έναντι της Ελλάδος δεν είναι τέτοια που να προεξοφλεί ότι θα είναι υπέρ της το αποτέλεσμα μιας μεταξύ τους αναμέτρησης. Ωστόσο οι δραστικές περικοπές στην άμυνα διαβρώνουν την ελληνική θέση όπως υποδηλοί τελευταία μελέτη του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών για τις δύο χώρες.
    περισσότερα / more

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ / ANNOUNCEMENTS