Η πρόταση των κομμάτων του ενδιάμεσου
χώρου για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις
Ερωτηματικά - Σχόλια - Εκτιμήσεις
του Δρ Άριστου Αριστοτέλους
Η πρόταση ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και Αλληλεγγύης για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις έρχεται να προσθέσει σε μια σειρά άλλων θέσεων και εισηγήσεων που έχουν εκφρασθεί από διάφορες πλευρές στο Κυπριακό. Τις τοποθετήσεις αυτές τις έχουμε ήδη αναλύσει στις 22 Σεπτεμβρίου 2016, στα πλαίσια σχετικής μελέτης μας υπό τον τίτλο « Ο Τετραγωνισμός του Κύκλου: Ασφάλεια και Εγγυήσεις» (http://strategy-cy.com) επισημαίνοντας ανυπέρβλητες δυσκολίες ένεκα άκαμπτης τουρκικής συμπεριφοράς, αλλά και αντιφάσεις και προβληματισμούς. Η πρόταση των τριών κομμάτων όπως και εκείνες του Προέδρου Αναστασιάδη και του Νίκου Κοτζιά κ.λπ. προηγουμένως, προσβλέπουν σε μια ιδανική ρύθμιση του θέματος που να απαλλάσσει την Κύπρο από εγγυητικά και επεμβατικά δικαιώματα τρίτων και την κατοχή. Και αυτή η πρόταση, μέρη της οποίας αναλύονται πιο κάτω, εμπεριέχει νέα ενδιαφέροντα σημεία, αλλά και αδυναμίες, καθώς και πρόνοιες που δυστυχώς μόνο με ένα μαγικό ραβδί θα μπορούσε, υπό τις συνθήκες, να φέρει το αποτέλεσμα που επιθυμεί.
Ξεχωριστό σημείο της πρόταση των τριών κομμάτων του «ενδιάμεσου χώρου» ( 3 ΚΕΧ), σε σχέση με το τι έχουν εισηγηθεί μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις Κύπρου και Ελλάδας και άλλοι ενδιαφερόμενοι φορείς, είναι ότι προτείνει αποφάσεις και μέτρα που πρέπει να ληφθούν πριν και μετά το δημοψήφισμα και προτού αρχίσει να υλοποιείται μια συμφωνία στο θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Με τα μέτρα και τις ασφαλιστικές δικλίδες που προτείνουν, τα τρία κόμματα πιστεύουν ότι κατοχυρώνεται καλύτερα η οντότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και η ασφάλεια της ελληνοκυπριακής πλευράς, που αποτελεί κοινή επιδίωξη Λευκωσίας και της Αθήνας. Η Άγκυρα ωστόσο, που ένεκα ισχύος έχει το πάνω χέρι στο Κυπριακό, όπως και η τουρκοκυπριακή πλευρά, βλέπουν τα πράγματα πολύ διαφορετικά.
Κατάργηση εγγυήσεων και αποχώρηση πριν το δημοψήφισμα
Θα ήταν όντως πολύ ανακουφιστικό για την ελληνοκυπριακή πλευρά να καταργηθούν η Συνθήκη Εγγυήσεως, τα επεμβατικά δικαιώματα στο νησί και η Συνθήκη Συμμαχίας και μάλιστα πριν πάει τυχόν «Συμφωνία Λύσης» σε δημοψήφισμα όπως υποδεικνύει η πρόταση των τριών. Ωστόσο δεν υπάρχουν περιθώρια να αισιοδοξεί κανείς βάσιμα ότι η Τουρκία, που ετσιθελικά και σχεδόν ανενόχλητη κρατά τη βόρεια Κύπρο για 43 χρόνια υπό κατοχή, που είναι αμετακίνητη στο θέμα της κατάργησης των εγγυητικών και των επεμβατικών δικαιωμάτων του ‘60, θα συγκατατεθεί με την πλήρη κατάργηση τους. Τροποποίηση τους, φαίνεται να λέει η Άγκυρα μέσω του Ακιντζί, «ναι», κατάργησή τους «όχι». Πόσο μάλλον να δεχτεί να τεθεί σε εφαρμογή η πρόνοια αυτή πριν από το δημοψήφισμα!
Από την άλλη, είναι και λογική και υλοποιήσιμη η πρόταση τους να καθοριστεί χρονοδιάγραμμα αποχώρησης των ξένων στρατευμάτων και διαδικασία επαλήθευσης της απόσυρσης τους, ως μέρος της λύσης που θα συμφωνηθεί και που θα τεθεί σε δημοψήφισμα. Αυτά ωστόσο εμπεριέχονται και σε άλλες προτάσεις από ελληνοκυπριακής πλευρά που ήδη έχουν κατατεθεί και η Τουρκία δεν θα είχε επιχειρήματα να τα απορρίψει.
Όμως, όπως ακατάπαυστα διακηρύττουν Άγκυρα και Τουρκοκυπριακή ηγεσία, δεν θα δεχόντουσα πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων από το νησί, αφήνοντας ταυτόχρονα να εννοηθεί ότι διατήρηση κάποιου βαθμού μειωμένης παρουσίας τους πιθανόν να τους ήταν αποδεκτή.
Συνεπώς αν δεν υπάρχει προηγουμένως συμφωνία επί του προκειμένου, το προτεινόμενο από τα τρία κόμματα χρονοδιάγραμμα απόσυρση του συνόλου των τουρκικών στρατευμάτων πριν το δημοψήφισμα και την έναρξη εφαρμογής της λύσης, μάλλον θα ήταν άνευ αντικειμένου.
Το κρίσιμο δίλημμα των Ελληνοκυπρίων
Εδώ προκύπτει και το κρίσιμο δίλημμα που είχε εξ’ υπαρχής να αντιμετωπίσει η ελληνοκυπριακή πλευρά και ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής στο θέμα των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων, το οποίο επισημάναμε και στη μελέτη που έχει προαναφερθεί :
(α) Να εμμένει στην πλήρη αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων από το νησί - δηλαδή «μηδενική παρουσία» - που φαίνεται απίθανο η Τουρκία να δεχτεί, οπότε η κατάσταση με τα στρατεύματα κατοχής παραμένει ως έχει σήμερα; ή
(β) Να αποδεχτεί κάποια (σε πιο βαθμό και τι είδους; ) τουρκική στρατιωτική παρουσία στο νησί, αντίθετα με τις ελληνοκυπριακές θέσεις περί «μηδενικής παρουσίας», για χάρη της αποχώρησης του μεγαλύτερου όγκου των κατοχικών δυνάμεων βάση χρονοδιαγράμματος που τυχόν θα συμφωνηθεί;
Το ίδιο και στο θέμα της κατάργησης των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων. Οι Ελληνοκύπριοι και ο εκπρόσωπός τους στις διαπραγματεύσεις βρίσκονται κι εδώ ενώπιον παρόμοιων διλημμάτων.
Πρόκειται για πολύ σοβαρά ζητήματα για τα οποία θα πρεπε ήδη η ελληνοκυπριακή πλευρά να είχε αποκρυσταλλώσει με σαφήνεια τη θέση, τις δυνατότητες και τις επιλογές της, συνυπολογίζοντας κόστος και οφέλη – βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα εάν είναι δυνατό - και να είχε λάβει τις αποφάσεις της, αλλά και να έθετε στόχους και να διαμόρφωνε στρατηγική.
Ερωτήματα - προβληματισμός
Πέραν τούτων προβάλλουν και τα εξής ερωτήματα και προβληματισμός γύρω από την πρόταση των τριών:
-
Εφόσον η τουρκική πλευρά παραμένει κατηγορηματικά αρνητική στην πλήρη αποχώρηση των στρατευμάτων της, τι προοπτικές υπάρχουν να γίνει αποδεκτό το άλλο σημείο της πρότασης τους για έναρξη της διαδικασίας απόσυρσης των δυνάμεων της πριν το δημοψήφισμα και να ολοκληρωθεί πριν την ημέρα έναρξη της εφαρμογής της λύσης; Μάλλον καμία προοπτική.
Αλλά και να συγκατατεθεί η Τουρκία με την ολοκληρωτική αποχώρηση των στρατευμάτων της από την Κύπρο στη βάση κάποιου χρονοδιαγράμματος, θα ήταν πολύ απίθανο δει κανείς την Άγκυρα να αποδέχεται να αρχίσει απόσυρση των δυνάμεων της πριν το δημοψήφισμα και να ολοκληρωθεί πριν την έναρξη της εφαρμογής της λύσης.
Η Τουρκία για να δικαιολογηθεί, εκτός του ότι πιθανόν να χαρακτήριζε ως απαράδεκτη ή μη σοβαρή την πρόταση αυτή, θα την αντέκρουε προφασιζόμενη έλλειψη εμπιστοσύνη και αναξιοπιστία των Ελληνοκυπρίων, παρόλο που η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει τις δικές της βαθιές ανησυχίες και επιφυλάξεις απέναντι της.
Προκύπτει όμως και ένα άλλο ερώτημα έστω και ακαδημαϊκό, που θα πρέπει ίσως να απαντηθεί:
-
Τι θα κάνει ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής αν π.χ. η Τουρκία δεχτεί μεν την πλήρη αποχώρηση των στρατευμάτων της αλλά με χρονοδιάγραμμα που να αρχίζει μετά την έναρξη εφαρμογής της λύσης - όχι προηγουμένως; Να μην τη δεχτεί, με βάση την πρόταση των τριών;
Πέραν των προαναφερθέντων, ενδεχομένως να τίθεται και το εξής υποθετικό ερωτήματα πολιτικής φιλοσοφίας:
-
Εάν η Τουρκία, φερειπείν, συγκατατεθεί με τις προτάσεις των τριών κομμάτων στο θέμα της ασφάλειας και εγγυήσεων, σε μια τέτοια περίπτωση θα αγνοήσουν όλες τις άλλες ενστάσεις και διαφωνίες τους τα τρία κόμματα όσον αφορά το είδος της λύσης και το περιεχόμενο της όπως π.χ. περιουσιακό, εκ περιτροπής προεδρία, έποικοι, κ.λπ. και θα ταχθούν υπέρ του «Ναι» στο δημοψήφισμα;
-
Εάν, από την άλλη, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι «Όχι», τι θα γίνει με τα αποσυρθέντα στρατεύματα και τις καταργηθείσες Συνθήκες Εγγυήσεως και Συμμαχίας. Θα αποκατασταθούν; Πώς με βάση την πρόταση των τριών τα ζητήματα αυτά θα αντιμετωπισθούν;
Η σύσταση «ΚΣΕΠ», η Ε.Φ. και «Κοινές Ένοπλες Δυνάμεις»
Παρατηρούνται επίσης και κάποιες ασάφειες και άλλα σημεία προβληματισμού στην υπό εξέταση πρόταση που δεν καθιστούν ολοκληρωμένη την όλη προσέγγιση της. Για παράδειγμα:
-
Δεν αναφέρεται πόσοι στρατιώτες και τι είδους μονάδες και οπλισμός θα πρέπει να αποσυρθούν πριν και μετά το δημοψήφισμα μέχρι την έναρξη εφαρμογής της λύσης.
-
Ούτε καταπιάνεται με όρους εντολής που θα είχε η «Κοινή Στρατιωτική Επιτροπή» («ΚΣΕΠ»), η σύσταση της οποίας ορθά υποδεικνύεται για καταγραφή των στρατιωτικών δεδομένων – αν και η Τουρκία πιθανό να μη δεχόταν συμμετοχή εκπροσώπων της Εθνικής Φρουράς ( Ε.Φ.) χωρίς αντίστοιχη εκπροσώπηση των Τουρκοκυπρίων.
-
Ούτε προσδιορίζεται αν αυτή η Επιτροπή ή κάποιος άλλος φορέας θα κάνει και την επιτήρηση, παρόλο που ορθά υπογραμμίζει την ανάγκη να επιτηρηθεί η αποχώρηση και η εφαρμογή των συμφωνηθέντων.
-
Δεν κάνει αναφορά ποια τύχη θα έχει η Εθνική Φρουρά. Τι θα γίνει με τη δύναμη αυτή και τους περισσότερους από 6.000 επαγγελματίες στρατιωτικούς, τα οπλικά μέσα και το πολεμικό και άλλο υλικό και εγκαταστάσεις που διαθέτει, την στρατιωτική υποδομή και οργάνωση που έχει δημιουργηθεί και λειτουργεί;
-
Αν η πρόταση προνοεί διάλυση της Ε.Φ. – που μάλλον εξυπακούεται – όπως και στην πρόταση Αναστασιάδη, τότε θα πρέπει να διευκρινισθεί κατά πόσο και αυτή θα αρχίσει να διαλύεται πριν το δημοψήφισμα και θα καταργηθεί εντελώς μέχρι πριν την ημέρα έναρξης της εφαρμογής της λύσης, όπως προτείνεται για τις ξένες δυνάμεις. Διαφορετικά, θα δεχόταν η τουρκική πλευρά μονομερή απομάκρυνση των δυνάμεων της;
-
Όσον αφορά την πρόνοια για «κοινές Κυπριακές Ένοπλες Δυνάμεις» της ομόσπονδης Κύπρου, αυτή προφανώς είναι διαφορετική από την πρόταση του Προέδρου Αναστασιάδη για κάποιου είδους κοινή δύναμη με ελαφρύ οπλισμό που να προσομοιάζει με αστυνομικό και όχι στρατιωτικό σώμα. Η πρόταση των 3 ΚΕΧ ωστόσο δεν φαίνεται να προσδιορίζει τον ακριβή της ρόλο και τη διοικητική της δομή, καθώς και το είδος των μέσων και οπλικών συστημάτων που πρέπει να διαθέτει η δύναμη αυτή πέραν του ατομικού οπλισμού.
-
Ακόμη πιο αξιοπαρατήρητη είναι και η εισήγηση που δίνει το δικαίωμα σε μια άλλη «ισοδύναμη δύναμη», που δεν προσδιορίζεται ποια είναι, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, όχι απλώς για «επιτήρηση» ( αυτό δεν θα το κάνει και η «ΚΣΕΠ»;) αλλά και για «επιβολή της Συμφωνίας».
Αυτό βασικά – η «επιβολή» - σημαίνει ότι η δύναμη αυτή για να φέρει εις πέρας την αποστολή της θα δικαιούται να καταφεύγει και στη χρήση ή την απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας ( εναντίον ποιους;), πράγμα το οποίο όχι μόνο δεν είναι τόσο απλό, δεδομένων των προεκτάσεων που μπορεί να έχει, αλλά και γιατί δύσκολα θα βρισκόταν χώρα, που θα συμμετείχε σε αυτή, να το δεχτεί.
Κατοχυρώνεται τελικά η ασφάλεια των Ε/Κ;
Καταλήγοντας, πρέπει κανείς να προβληματιστεί και για τα εξής ερωτήματα που αναλύουμε και απαντούμε στην προαναφερθείσα μελέτη μας, υπογραμμίζοντας το ρόλο και τη σημασία των αντιλήψεων – σωστών ή λανθασμένων - και των εκατέρωθεν επιδιώξεων και συμπεριφορών στο σχηματισμό εικόνας απειλής:
-
Αν υποτεθεί ότι όλες οι ανωτέρω προτάσεις, είτε των τριών κομμάτων, είτε του Προέδρου της Δημοκρατίας, είτε της Αθήνας κ.λπ. γίνονται αποδεκτές και καταργούνται οι εγγυήσεις όπως και τα επεμβατικά δικαιώματα της Τουρκίας και αποχωρούν οι κατοχικές δυνάμεις, λύεται και κατοχυρώνεται πλήρως η ασφάλεια των Ελληνοκυπρίων;
-
Πώς επιτυγχάνεται αυτό με την Τουρκία να είναι από τους πιο σημαντικούς γεωπολιτικούς δρώντες στην περιοχή, να απέχει μόνο 69 χιλ. από το νησί, με 80 εκ. πληθυσμό και με τεράστιες στρατιωτικές ικανότητες - ισχυρό Στρατό, Αεροπορία και Ναυτικό - που της επιτρέπουν να δράσει οποιαδήποτε στιγμή ή και να επέμβει στρατιωτικά αν χρειαστεί;
-
Με αυτά τα δεδομένα ισχύος της Τουρκίας ως περιφερική δύναμη και τη σχέση της με την τουρκοκυπριακή πλευρά, δεν θα μπορούσε αν το επιθυμούσε να ασκεί επιρροή στο νησί;
-
Αφού η Άγκυρα θεωρείται «αναξιόπιστη» για την ελληνοκυπριακή πλευρά όσον αφορά την τήρηση των συμφωνιών, ποιος σε τελική ανάλυση θα εγγυηθεί την προστασία της Κύπρου από αυτή; Ο ΟΗΕ; Η Ευρωπαϊκή Ένωση;
Στην άναρχη διεθνή πολιτική πραγματικότητα το ερώτημα του βραβευμένου με Νόμπελ Ειρήνης πρώην Ισραηλινού πρωθυπουργού Μεναχέμ Μπέγκιν, παραμένει δυστυχώς και σήμερα επίκαιρο: « Τους εγγυητές ποιος θα τους εγγυηθεί»;
Αναντίλεκτα όμως , παρά τον προβληματισμό που αποπνέουν τα ανωτέρω ερωτηματικά, ό κυπριακός Ελληνισμός σίγουρα θα αισθάνεται πολύ πιο ασφαλής με τα τουρκικά στρατεύματα εκτός του νησιού και χωρίς επεμβατικά δικαιώματα τρίτων και εγγυήσεις. Και σ’ αυτό λογικά θα πρέπει να επιμένει. Το μέγα στοίχημα ωστόσο στις συνομιλίες είναι πώς θα βρεθεί εκείνη η μαγική φόρμουλα όπου συμβιβάζονται και ικανοποιούνται διαμετρικά αντίθετες θέσεις των εμπλεκομένων πλευρών στο θέμα της ασφάλεια και των εγγυήσεων, σε βαθμό που πράγματι η ασφάλεια του ενός να μη δημιουργεί ανασφάλεια στον άλλο, που είναι και το πλαίσιο μέσα στο οποίο υποτίθεται κινούνται οι διαπραγματεύσεις.
Συμπέρασμα
Συμπερασματικά λοιπόν θα μπορούσε να λεχθεί ότι η πρόταση των 3 ΚΕΧ εμπεριέχει στοιχεία τα οποία είναι πολύ πιο προχωρημένα αλλά και απαιτητικά από εκείνα της πρότασης του Προέδρου της Δημοκρατίας και της Αθήνας. Και οι δυο όμως, όπως και άλλες θέσεις που έχουν ακουστεί, έχουν την ίδια αγωνία και αφετηρία: Πώς να κατοχυρώσουν καλύτερα την ασφάλεια και το μέλλον του κυπριακού Ελληνισμού σε μια προσπάθεια που, λαμβανομένων υπόψη των αντιθέσεων των δύο πλευρών και της άκαμπτης τουρκικής στάσης στο Κυπριακό, αποτελεί ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο που μοιάζει με απόπειρα τετραγωνισμού του κύκλου. Πρόκειται για ένα εγχείρημα που, ιδιαίτερα όσον αφορά την υπό εξέταση πρόταση των τριών κομμάτων του ενδιάμεσου χώρου, καθίσταται ακόμη δυσκολότερο και μόνο με μια μαγική ράβδος εκτιμάται ότι θα επετύγχανε τον απώτερο του σκοπό.
27/06/2017.